Η κλιματική κρίση θα επηρεάσει και φέτος την ελληνική οικονομία
θήνα, 10 Απριλίου 2024 – Στην παρουσίαση της έκθεσής του για το 2023 προς τους μετόχους, ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γιάννης Στουρνάρας ανέδειξε πέντε κινδύνους για την ελληνική οικονομία:
-Την περαιτέρω επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης της ευρωπαϊκής οικονομίας
-Την αυξανόμενη αβεβαιότητα λόγω δυσμενών γεωπολιτικών εξελίξεων στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή
– Την καθυστέρηση των δράσεων εφαρμογής του «Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας»
– Την εμφάνιση μεταρρυθμιστικής κόπωσης και
– Τις επιπτώσεις ενδεχόμενων φυσικών καταστροφών που συνδέονται με την κλιματική κρίση.
Από τους 5 κινδύνους, η κλιματική κρίση είναι ο πλέον βέβαιος, οριζόντιος και κρίσιμος για τη σταθερότητα της εθνικής οικονομίας και κυρίως την κοινωνική ευημερία και συνοχή.
Η ύφεση
Το ερώτημα που θέτει το ΚΟΣΜΟΣ είναι, υπό ποιες προϋποθέσεις η ελληνική επιχειρηματικότητα, και μάλιστα η μικρομεσαία, μπορεί να σταθεί απέναντι και να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά αυτές τις προκλήσεις. Ήδη το υψηλό κόστος της ενέργειας έχει δοκιμάσει τις αντοχές της ελληνικής βιομηχανίας.
Ο ενεργειακός πληθωρισμός που έχει φέρει την ελληνική οικονομία σε δυσχερή θέση είναι αποτέλεσμα της αποτυχημένης επιλογής εξάρτησης της χώρας από τα ορυκτά καύσιμα. Η φθηνότερη και καθαρότερη ενέργεια αυτή τη στιγμή είναι ο ήλιος και ο αέρας.
Επιπλέον, η ύφεση στη γερμανική οικονομία έχει ιδιαίτερα δυσμενείς επιπτώσεις στις ελληνικές εξαγωγές συγκεκριμένων κλάδων, όπως για παράδειγμα, στον κλάδο της ένδυσης με μείωση των εξαγωγών του κατά 18% το 2023, για πρώτη φορά μετά από 12 χρόνια συνεχούς αύξησης.
Η πλειονότητα των ελληνικών παραγωγικών επιχειρήσεων, και μάλιστα των μικρομεσαίων, δέχονται σήμερα ισχυρότατες πιέσεις, μέσα στον διεθνή ανταγωνισμό, και κάποιες από αυτές τίθενται “εκτός μάχης”.
Ο ανταγωνισμός επίσης λειτουργεί με αθέμιτο τρόπο όταν εισάγονται στην Ε.Ε., χωρίς δασμούς, προϊόντα από χώρες που δεν πληρούν στοιχειώδεις κανόνες όσον αφορά τις συνθήκες εργασίας αλλά και τις περιβαλλοντικές πρακτικές.
Η πανδημία Covid και η ενεργοποίηση της γενικής ρήτρας διαφυγής, που ανέστειλε το Σύμφωνο Σταθερότητας, έδωσε τη δυνατότητα σε πολλές χώρες της Ε.Ε. να ενισχύσουν – με εθνικούς πόρους – κρίσιμους τομείς της βιομηχανίας τους, με αποτέλεσμα όχι μόνον να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα των lockdown και της μειωμένης ζήτησης, αλλά να πραγματοποιηθούν και επενδύσεις που ενίσχυσαν την ανταγωνιστική θέση των βιομηχανιών τους στην μετά covid εποχή. Στην Ελλάδα, οι ενισχύσεις που δόθηκαν στην περίοδο της αναστολής του Συμφώνου Σταθερότητας είχαν οριζόντιο χαρακτήρα και όχι εξειδικευμένο στρατηγικό πρόσημο.
Χρειάζονται κι άλλοι δείκτες
Βασική θέση στο ΚΟΣΜΟΣ είναι ότι το ΑΕΠ, ως δείκτης, δεν αρκεί επειδή ακριβώς δεν αντικατοπτρίζει την πραγματική κατάσταση της οικονομίας, όπως τη βιώνουν οι πολίτες της χώρας, αφού οποιαδήποτε αύξηση σε αυτό δεν συνεπάγεται απαραίτητα ευημερία για το λαό.
Η εναρμονισμένη με τους στρατηγικούς άξονες της Ε.Ε. παραγωγή, για καθαρή και κυκλική οικονομία, κλιματική ουδετερότητα, ψηφιακή πρωτοπορία, καινοτομία, διεθνή ανταγωνιστικότητα, στρατηγική αυτονομία και κυρίως ευημερία των πολιτών αποτελεί για τον ΚΟΣΜΟ βασικό στόχο.
Η ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί πλέον να καθυστερεί την υλοποίηση του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, το οποίο όμως θα πρέπει να αφορά το σύνολο της υγειούς παραγωγικής βάσης της χώρας και όχι “τους λίγους και εκλεκτούς”.